Την Τετάρτη, 11.11.2020, πραγματοποιήθηκε με επιτυχία η τηλεσυνάντηση των μελών της Λέσχης Ανάγνωσης Τεγέας. Συζητήθηκαν το βιβλία με τίτλους «Στ’ αμπέλια» & «Η αδερφή μου» του Σταύρου Ζουμπουλάκη. Η συνάντηση αυτή ήταν ξεχωριστή όχι μόνο για την ψηφιακή της μορφή, αλλά κυρίως γιατί συμμετείχε ο συγγραφέας Σταύρος Ζουμπουλάκης, δίνοντας μεγάλη χαρά και ιδιαίτερη ζωντάνια με τα σχόλια και τις απαντήσεις που έδωσε στα ερωτήματα των μελών. Τα μέλη απόλαυσαν τον προσκεκλημένο και τον ευχαρίστησαν αφενός για την «παρουσία» του στη συνάντηση, αλλά και για τα συναισθήματα που τους χάρισε διαβάζοντας τα βιβλία του τα οποία άγγιξαν ευαίσθητες χορδές. και έδωσαν την υπόσχεση για επανάληψη της συνάντησής του δια ζώσης την επόμενη φορά. Η συνάντηση έκλεισε με την ευχή η επόμενη συνάντηση να πραγματοποιηθεί με φυσική παρουσία όλων των μελών, αλλά και με ανοιχτή πρόσκληση στον κ. Ζουμπουλάκη να συμμετέχει σε μια δια ζώσης συνάντηση της Λέσχης Ανάγνωσης.

Λίγα λόγια για τα έργα:

Το βιβλίο “Η Αδερφή μου” αποτελεί μια εξομολόγηση του συγγραφέα για το επτασφράγιστο μυστικό της οικογένειάς του. Η αρρώστια της αδερφής του οδηγεί την οικογένεια να γίνει μια μήτρα και να κρατήσει στους κόλπους της βαθιά κρυμμένο το μυστικό της.  Τα μέλη της οικογένειας συναντιούνται σε ένα συλλογικό – οικογενειακό ασυνείδητο για να διαφυλάξουν το ανείπωτο, το απαγορευμένο, το οδυνηρό. Ο συγγραφέας, ενώ ξετυλίγει την πορεία της ασθένειας της αδερφής του, από την εμφάνιση των πρώτων επιληπτικών κρίσεων και την απώλεια της συνείδησης, μέχρι, το θάνατο της, ασυνείδητα, παρουσιάζει την πορεία των συναισθημάτων του από την άρνηση και τον θυμό, στις  ενοχές απέναντι στην άρρωστη αδερφή, μέχρι, την πλήρη αποδοχή και φροντίδα της.

Το βιβλίο «Στ’ αμπέλια» είναι ένα οικογενειακό χρονικό στην ουσία, ένα ημερολόγιο του θέρους της Λακωνίας άλλοτε κυνικό, κάπως νοσταλγικό, ένα χρονικό αυθόρμητο και ειλικρινές, απογυμνωμένο από κάθε λογοτεχνική, στοχαστική εκλέπτυνση. Μέσα από μια γεμάτη αγάπη ανάμνηση καθόλου μελό ή ωραιοποιημένη, υφαίνεται η ιστορία ενός τόπου και ενός κόσμου που έχουν χαθεί. Τα Αμπέλια δεν είναι ένα έργο νοσταλγικά θρηνητικό, είναι ένα βιβλίο χαρούμενο. Στ’ Αμπέλια συναντάς ανθρώπους άγιους και μανιακούς χαρτοπαίκτες και ανεπρόκοπους και άκακες ψυχές, μέσα σε μεγάλη φτώχεια, σε έναν τόπο που εμείς οι πρωτευουσιάνοι αποκαλούμε «σπάνιας ομορφιάς»- καταγγέλλοντας κάθε παρέμβαση πολιτισμού που έχει διευκολύνει τη ζωή των ανθρώπων-  σε ένα σκληρό και γεμάτο σκληρό φως καλοκαίρι, όπως το είδε ο νεαρός Ζουμπουλάκης που έφτανε εκεί για τρίμηνες διακοπές και για να βάλει μια στάλα κρέας πάνω του.